€13.36 €14.84
Εν είδει προλόγου
Ο σκοπός αγιάζει τα γραπτά μου
Το 2020 έφτασε στην Ισπανία η πανδημία και μπήκε στο σπίτι μας βυθίζοντάς το για πάντα στο πένθος, παίρνοντας μαζί της τον Λούτσο μου, το σημείο αναφοράς μου στον κόσμο, το φιλαράκι μου, την αγάπη μου, τον σύντροφό μου.
Γράφω για να διατηρήσω ζωντανή τη μνήμη, γιατί δίχως αυτήν δεν υπάρχει μέλλον, γράφω για να μην ξεχάσω ότι ο τρόμος της κόλασης είναι εδώ και ζει μαζί μας, και είναι μια αιώνια αδελφοκτόνος μάχη ανάμεσα στο καλό και το κακό. και τα μοναδικά μας όπλα είναι η λευκή κόλλα χαρτί που περιμένει να γίνει πομπός φανταστικών ιστοριών —που θα μας οδηγήσει να γνωρίσουμε άλλες πραγματικότητες, άλλα όνειρα που μοιάζουν ή όχι με τα δικά μας— και η πένα. όπλα με τα οποία θα κατακτήσουμε τη δικαιοσύνη και την ισότητα. Και γράφω επειδή δεν αρκούν οι ιστορίες για να διηγηθούν τους χτύπους της καρδιάς, τη ζεστασιά, τις φωτεινές και σκοτεινές πλευρές της ζωής, εκεί όπου η διάσταση των γεγονότων μετριέται μ’ εκείνα τα μικρά πράγματα από τα οποία είναι φτιαγμένη η καθημερινότητα του χρόνου και του χώρου.
Ένας από τους ποιητές που έχω ως σημείο αναφοράς, ο Καταλανός Ζουάν Μαργκαρίτ, απάντησε κάποτε σε αυτή την ερώτηση που υφέρπει πάντα, που πάντα επαναλαμβάνεται: γιατί γράφουμε; Εκείνος, χωρίς καμία ντροπή, απάντησε: «Γιατί είμαι ακόμη ερωτευμένος με τη γυναίκα μου». Να ένας καλός λόγος, ένας από τους πολλούς λόγους, για να ερμηνεύσουμε τον κόσμο: ο έρωτας, ακόμα κι αν κάποιες φορές μάς φαίνεται ανεπαρκής.
Μια πολύ προσωπική ανακάλυψη
Λίγες εβδομάδες μετά από εκείνη τη μοιραία μέρα του θανάτου του, ο γιος μου κι εγώ αρχίσαμε να τακτοποιούμε στο παλιό του γραφείο, τα υπάρχοντά του. Άχαρη δουλειά, αβάσταχτη. Μπαίναμε για πρώτη φορά σε ευαίσθητα εδάφη. Ο Λούτσο ισχυριζόταν πάντα ότι είχε τη δική του τάξη, και μάλιστα, μια τάξη χαοτική, που μόνο εκείνος μπορούσε να αποκρυπτογραφήσει και να καταλάβει. Κούτες παντού, με χειρόγραφα, κάποια ανολοκλήρωτα, κάποια πολύ προχωρημένα, άλλα απλώς οι πρώτες σελίδες κάποιου λογοτεχνικού προσχεδίου που είχε εγκαταλείψει προσωρινά. Μόνο εκείνος γνώριζε το γιατί. Μέσα στις κούτες και στα χειρόγραφα βρέθηκαν συραμμένα τα ποιήματα.
Ποιήματα που θα μπορούσαν κάποια στιγμή να έρθουν στο φως. Διαφορετικές εκδοχές ποιημάτων σαν να επέστρεφε κατά καιρούς σ’ αυτά, για να τα δουλέψει κι έπειτα να τα ξεχάσει. Εκεί ήταν γραμμένη η συναισθηματική και ζωτική γεωγραφία της διαδρομής του στον κόσμο.
Διαφορετικές αντιλήψεις, διαφορετικές ηλικίες, έρωτες και ερωτικές απογοητεύσεις, τα αληθινά του πάθη, τα βάσανά του, η ευτυχία που έζησε, ο χάρτης των απωλειών.
Επέστρεφα στην αφετηρία, στα ποιήματα των ξεθωριασμένων και κιτρινισμένων σελίδων, για να συναντήσω ξανά τον ποιητή που κάποτε γνώρισα κι αγάπησα.
Ξημερώνοντας στην Ευρώπη
(του Λουίς Σεπούλβεδα)
Τίποτα δεν έχει όνομα τώρα.
Είναι περίεργο,
αλλά είναι απόκρυφα
όλα τα γράμματα που μου έρχονται
και ανώνυμες όλες οι λέξεις.
Εγώ, τόσο νέος, τόσο δυνατός,
τόσο ποταμός και ζούγκλα
σέρνω τώρα
κόπωση από τα γεννοφάσκια μου.
Προσπαθώ μάταια ν’ αναγνωρίσω τους δρόμους.
Ψάχνω σε βιβλία δίχως ράχη κάποια αναφορά.
Ερευνώ σε παμπάλαια κρυπτογραφήματα
αναζητώντας τα χαμένα σύμβολα.
Μα τίποτα δεν έχει όνομα τώρα.
Πού και πού από συνήθεια
σκύβω πάνω στη μέρα
και δεν ξέρω πώς να την αποκαλέσω.
Επίσης πού και πού από συνήθεια
αναζητώ καταφύγιο στη μουσική
και στις καταιγίδες των αστεριών.
Ούτε αυτές ξέρω πώς να τις αποκαλέσω.
Μα τίποτα δεν έχει όνομα τώρα.
Σε κάποιο σταθμό χάθηκαν οι ανακοινώσεις.
Ένας παράξενος ταξιδιώτης
έχασε τις βαλίτσες
κι έτσι έγινε η ζωή
ανώνυμη και αδιάλειπτη.
Δειλές μου φαίνονται οι φωνές
που φτύνουν τα μηνύματά τους,
δειλός μου φαίνομαι
ακόμα κι εγώ,
όταν μαζεύω τα σημάδια
και βλακωδώς τα φυλάω
για να τα αποκρυπτογραφήσω κάποια μέρα.
Τίποτα, τίποτα δεν έχει όνομα τώρα.
Με περιβάλλει μια μεγάλη σιωπή
από κραυγές και πέτρες.
Κι εγώ είμαι μόνος,
ακίνητος εν μέσω της αυγής.
Τίποτα, τίποτα δεν έχει όνομα τώρα.
Πώς να σου γράψω τότε ένα γράμμα;
Πώς να σου πω ότι ήρθα;